Για όσους δεν ξέρουν, ήδη, τη Μαντάμ Σουσού, το διαχρονικό σύμβολο της ανθρώπινης ματαιοδοξίας, συνιστώ ανεπιφύλακτα να διαβάσουν την ομώνυμη κωμωδία του Δημήτρη Ψαθά.
Πρόκειται για μια φτωχιά, πλην, όμως, φαντασμένη γυναίκα των Αθηνών που έχει πείσει τον εαυτό της ότι είναι πλούσια, κι όταν κάποια στιγμή καταφέρνει, τελικά, να μπει στην καλή κοινωνία της πρωτεύουσας, χωρίζει τον αγαθούλη Παναγιωτάκη, πασχίζοντας μέσα από κωμικοτραγικές καταστάσεις, ώστε να μην αποκαλυφθεί η ταπεινή καταγωγή της.
Ένα έργο σταθμός που στάθηκε αφορμή να αναπτυχθεί ο πολύ επίκαιρος όρος «σουσουδισμός», καθώς περιγράφει με τον καλύτερο τρόπο την ματαιοδοξία όχι μόνο της τραγικής μας ηρωίδας αλλά και μιας μεγάλης μερίδας του σημερινού μας κόσμου.
Η Μαντάμ Σουσού είναι ο τύπος εκείνου του ανθρώπου, ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας, που επιβιώνει μέχρι τις ημέρες μας, αφού εύκολα τον αναγνωρίζουμε ακόμη και σε γνωστά μας πρόσωπα.
Ουσιαστικά, αποτελεί την προσωποποίηση μιας ακόμη παθογένειας της σύγχρονης μικροαστικής κοινωνίας με διαστάσεις «επιδημίας».
Αν και «σουσούδες» υπάρχουν πολλές, αρσενικές και θηλυκές, σήμερα θα μιλήσουμε για εκείνη τη συγκεκριμένη. Οι εποχές, βέβαια, αλλάζουν, παραμένει, ωστόσο, ο τύπος της γυναίκας που πλησιάζει με τον καλύτερο τρόπο το φαινόμενο του «σουσουδισμού».
Όταν, λοιπόν, η Σουσού μας βρέθηκε ξαφνικά από τον «Μπούθουλα» στο «κολονάκι» της μικρής πόλης, ψάχνοντας απεγνωσμένα για απομεινάρια του ένδοξου παρελθόντος μιας ξεπεσμένης, κατά τα άλλα, αριστοκρατίας, θεώρησε πως επιτέλους έκανε την τύχη της.
Ως μία ακόμη «πυργοδέσποινα» εγκαταστάθηκε στο δανεικό της «κάστρο», παίζοντας με ερασιτεχνική μαεστρία τον ρόλο της πλουσίας. Καθότι, όμως, πτωχή στο πνεύμα δεν βρήκε καλύτερο τρόπο για να αποδείξει την «γαλαζοαίματη» καταγωγή της από το να φτιάχνει ιστορίες γύρω από το όνομά της, τόσο ψεύτικες όσο και όλα τα υπόλοιπα που, κατά καιρούς, κουβαλούσε μαζί της στις κοινωνικές εξόδους, προκαλώντας κρυφά γελάκια στον περίγυρο που διψούσε για θεάματα αυτού του είδους.
Έτσι, δεν δίσταζε να περιφέρει με περισσή υπερηφάνεια εκείνο το χνουδωτό… όχι δεν ήταν ζωάκι, άψυχο αντικείμενο ήταν σε ρόλο τσάντας… ως μία ακόμη ένδειξη του «ακριβού» της γούστου που τόνιζε τη «μοναδικότητά» της, όπως νόμιζε…
Αυτό βέβαια που είχε μοναδικό και πρέπει να της το αναγνωρίσουμε είναι η ικανότητά της να «κακοποιεί» την ελληνική γλώσσα και μάλιστα με τον πιο βάναυσο τρόπο, κάθε φορά που ήθελε να εντυπωσιάσει τους «πλούσιους» της πόλης.
Με «βαρύγδουπες» δηλώσεις -χωρίς νόημα- όρθωνε το ανύπαρκτο ανάστημά της σαν ένας ακόμη κομπάρσος σε ρόλο θηλυκού Ναπολέοντα, πιστεύοντας, ακράδαντα, ότι κέρδιζε αξία στα μάτια της «καλής» κοινωνίας.
Λόγια «εμποτισμένα» με ιαχές μιας βάρβαρης φυλής συνθέτανε το γλωσσικό της ιδίωμα, το προσωπικά δικό της κατόρθωμα, αλλά συνάμα τόσο ξένο προς την καθομιλουμένη…
Αυτοί που την παρακολουθούσαν με ανοιχτό σχεδόν το στόμα, σαν να έβλεπαν ελέφαντα να κάνει ποδήλατο σε τσίρκο, ήταν έτοιμοι να χειροκροτήσουν την κωμική φιγούρα από υποκρισία ή από λύπη, ποιος ξέρει;
Τελικά η αλαζονεία είναι μια μορφή πνευματικής αρρώστιας που παραλύει όλους εκείνους τους μηχανισμούς που είναι υπεύθυνοι για την αντιληπτική ικανότητα του ατόμου, αφού του δημιουργούν ψευδαισθήσεις σε σχέση με τον τρόπο που τον βλέπουν οι άλλοι. Έτσι, η ίδια μπορεί να έφυγε από τον «Μπούθουλα» που τόσο σιχαινόταν, ο «Μπούθουλας», ωστόσο, δεν έφυγε ποτέ από μέσα της, και αυτό είναι κάτι που το έβλεπαν όλοι οι άλλοι εκτός απ’ την ίδια…
Εκείνο που δεν μπορούν να αντιληφθούν οι διάφορες «σουσούδες», αυτές οι γκροτέσκες φιγούρες της «θολής» πραγματικότητας, είναι πως κανείς δεν μπορεί να χτίσει κάστρα στην άμμο. Κάποια στιγμή αυτά θα σκάσουν με κρότο, σαν μπαλόνια παραγεμισμένα με νερό, στα ίδια τους τα κεφάλια, όπως διδάσκει η ιστορία του Ψαθά.
Με δανεικά δεν αγοράζεις τίποτα, έλεγε η γιαγιά μου. Απ’ την πλευρά μου απλά θα συμπληρώσω πως η έλλειψη παιδείας και κυρίως της πνευματικής καλλιέργειας δεν μπορούν να αντικατασταθούν με κανένα υλικό απόκτημα, όσο ακριβό κι αν φαντάζει στα μάτια κάποιου. Πιο σημαντικός πλούτος από τον πνευματικό δεν υπάρχει. Είναι η μοναδική περιουσία που σου ανήκει πραγματικά, κι όλα τα υπόλοιπα είναι απλά για το θεαθήναι…
Είναι καλό, όμως, που υπάρχουν οι «σουσούδες» γιατί διδάσκουν με το παράδειγμά τους για το πώς δεν πρέπει να συμπεριφέρεται κάποιος, εάν θέλει πραγματικά να προοδεύσει στη ζωή του, χωρίς να χάσει τον σεβασμό του κόσμου…
