Πρόσωπα αφύσικα τραβηγμένα λόγω της υπερβολής στη χρήση των φίλτρων παίρνουν αντίστοιχες στάσεις, θυμίζοντας κάτι από τη «φιλοσοφία» των αδελφών Καρντάσιανς, για να ικανοποιήσουν αυτό που ονομάζουμε «υψηλή» αισθητική.
Αν και αποτελούν, τουλάχιστον, τις περισσότερες φορές ένα ψεύτικο αφήγημα, δίνουν στους άλλους την εντύπωση της ευτυχίας. Μιας ευτυχίας που μετριέται με likes στο facebook, κρύβοντας, επιμελώς, πίσω από τα ψεύτικα χαμόγελα την απόλυτη μοναξιά.
Στην εποχή των social media ο πραγματικός κόσμος ταυτίζεται με τον ψηφιακό, καθώς ο σύγχρονος άνθρωπος έχει συνηθίσει να βλέπει τον εαυτό του μέσα από το πρίσμα του φωτογραφικού φακού, κατά προτίμηση ενός smartphone.
Ανεβάζει τακτικά φωτογραφίες στον προσωπικό λογαριασμό που διατηρεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να αφηγηθεί τη ζωή του, πολλές φορές χωρίς κανέναν περιορισμό ή έστω κάποιο ηθικό φραγμό, σε μια προσπάθεια να ωραιοποιήσει αυτό που ονομάζουμε προσωπικές στιγμές…
Δυστυχώς, η έννοια της ιδιωτικότητας, όπως τη γνωρίζαμε κάποτε -στα χρόνια ακόμη της αθωότητας- έχει χαθεί κάτω από το βάρος των νέων Τεχνολογικών επιτεύξεων.
Οι φωτογραφίες δεν είναι πλέον προσωπική υπόθεση του καθενός μας, ακόμη και οι πιο οικογενειακές. Δεν βρίσκονται καλά κρυμμένες από τα αδιάκριτα μάτια των ξένων, ενδεχομένως σε κάποιο οικογενειακό άλμπουμ στην ντουλάπα του σπιτιού μας, αλλά ανεβαίνουν ελαφρά τη καρδία στα social media, εξαφανίζοντας κάθε διαχωριστική γραμμή μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου χώρου.
Η ιδιωτικότητά μας παραβιάζεται από εμάς τους ίδιους κάθε φορά που οι πιο προσωπικές μας στιγμές γίνονται προσβάσιμες από όλους αυτούς που πλοηγούνται στον παγκόσμιο ιστό, στο πλαίσιο της νέας κοινωνικής πραγματικότητας που μας περιβάλει.
Δυστυχώς με τον ερχομό της Τεχνολογίας, μας εγκατέλειψε το αίσθημα της ντροπής, της κοινής λογικής αλλά και της κοινωνικής ευθύνης, αφού κάποιοι είναι πρόθυμοι να βγάλουν selfie ακόμη και με ένα… πτώμα για λίγα παραπάνω likes.
Αρκεί να θυμηθούμε όλες εκείνες τις περιπτώσεις που μας «γύρισαν», κυριολεκτικά, τα μάτια, όταν «ευφάνταστοι» χρήστες των social media ξεπέρασαν κάθε διεστραμμένη προσδοκία με τις «πρωτότυπες» φωτογραφίες τους.
Κάποιοι έκαναν stories με φωτογραφικές λήψεις από κηδείες αγαπημένων τους προσώπων, ακόμη και δίπλα στο νεκρό μέσα στο φέρετρο. Φωτογραφίες με ετοιμοθάνατους μέσα στο νοσοκομείο λίγο πριν ξεψυχήσουν. Ενώ δεν έλειψαν και εκείνοι που έβγαλαν στη φόρα την προσωπική τους ζωή, ποζάροντας ημίγυμνοι, αγκαλιά με τον ερωτικό τους σύντροφο, στο κρεβάτι και όπου αλλού μπορεί να φανταστεί κανείς, γιατί δεν υπάρχει πιο αρρωστημένο πράγμα από την ανθρώπινη φαντασία, όταν ψάχνει τρόπους για να κεντρίσει την προσοχή των άλλων μέσα σε έναν κόσμο αποξένωσης και αδιαφορίας.
«Και τι δεν θα έκανε κάποιος για λίγα likes;» αναρωτήθηκε, κάποτε, μιας γνωστή μου σε μια στιγμή πραγματικής απορίας για τα όσα παράλογα συμβαίνουν γύρω μας.
Πράγματι, είναι πολλά αυτά που θα έκανε μια μεγάλη μερίδα συνανθρώπων μας για να τραβήξει τα βλέμματα γνωστών και αγνώστων πάνω της κατά το παράδειγμα των διαμορφωτών της κοινής γνώμης ή των influencers όπως είναι η επικρατέστερη ονομασία τους.
Όταν, όμως, ο πραγματικός εαυτός διαλύεται μέσα στον ψηφιακό, όταν το πιο παραγωγικό πράγμα που μπορεί να κάνει κανείς είναι οι αναρτήσεις στα social media, δεν ξέρω αν υπάρχει ευτυχία…
Στην πραγματικότητα η ευτυχία που κρύβεται πίσω από τη μοναχική οθόνη του χρήστη δεν είναι πραγματική, αλλά μια ψευδαίσθηση ευτυχίας που σβήνει με ένα delete…