«ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ»
Το γεγονός της Αναστάσεως καθ’ εαυτό επειδή υπερβαίνει τα όρια του ιστορικού γεγονότος, δεν περιγράφεται από κανένα ευαγγελιστή. Όλες οι σχετικές ευαγγελικές διηγήσεις αναφέρουν τους μάρτυρες που είδαν τον Αναστημένο Χριστό ή που επισκέφθηκαν τον κενό τάφο. Αυτό συνέβη γιατί η Ανάσταση του Χριστού προϋποθέτει όχι την απόδειξη ή την ιστορική έρευνα, αλλά την πίστη στη δύναμη του Θεού που κατανικά το θάνατο.
Η εμφάνιση του Αναστημένου Χριστού κατά την ημέρα εκείνη του συνταρακτικού γεγονότος, κατά την πρώτη δηλαδή χριστιανική Κυριακή, σκόρπισε χαρά στους απογοητευμένους και φοβισμένους μαθητές. «Εχάρησαν ουν οι μαθηταί ιδόντες τον Κύριον», σημειώνει ο ευαγγελιστής.
Από την ομάδα των μαθητών έλειπε ο Θωμάς, ο γνωστός με την ελληνική ονομασία Δίδυμος. Στον ενθουσιασμό των υπολοίπων μαθητών ότι είδαν τον Κύριο, εκείνος προβάλλει την αμφιβολία και τον σκεπτικισμό: «Εάν μη ίδω εν ταις χερσίν αυτού τον τύπον των ήλων, και βάλω τον δάκτυλόν μου εις τον τύπον των ήλων, και βάλω την χείρα μου εις την πλευράν Αυτού, ου μη πιστεύσω».
Εκπροσωπεί με τη στάση του αυτή ο Θωμάς τους ανθρώπους εκείνους που θέλουν να στηρίξουν την πίστη τους στη βεβαιότητα των απτών αποδείξεων στην ιστορική εξακρίβωση, στο πείραμα, στην αυτοψία. Πρόκειται για μία πολύ ανθρώπινη στάση και δικαιολογημένη απαίτηση, βρίσκεται όμως ακόμη μακριά από την πίστη.
Ο Αναστημένος Χριστός σε οκτώ μέρες, την επομένη Κυριακή, ξαναεμφανίζεται στους μαθητές, μεταξύ των οποίων βρίσκεται και ο Θωμάς, τον καλεί να διαπιστώσει ιδιοχείρως και αυτοπροσώπως την ταυτότητα του αναστημένου σώματός Του, μακαρίζει όμως τις επερχόμενες γενεές που θα πιστεύσουν χωρίς να ιδούν: «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες».