Είχα τη μεγάλη χαρά, ύστερα από μια συζήτηση με τον φίλο μου τον Πολ, να κάνω δώρο γενεθλίων στον εαυτό μου το βιβλίο του Σεμπάστιαν Φοκς «Ο ήχος των πουλιών». Το μυθιστόρημα στα αγγλικά κυκλοφόρησε το 1993 με τον τίτλο “Birdsong”, ενώ στα ελληνικά το 2021 από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος, μετάφραση Αντώνης Καλοκύρης, αφού ήδη εκδόθηκε σε πάνω από πενήντα χώρες. Τριάντα χρόνια κουβαλά στην πλάτη του το βιβλίο 678 σελίδων – που δεν κουράζει καθόλου.
Πρόκειται για ένα ιστορικό μυθιστόρημα που αναφέρεται στον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο. Είναι από τα λογοτεχνήματα που θα ήταν πολύ ωφέλιμα ως βοηθήματα / εγχειρίδια στο μάθημα της ιστορίας.
Στο κείμενό μου θα αναφέρω μικρό εργοβιογραφικό σημείωμα για τον συγγραφέα, και στη συνέχεια κάποια στοιχεία και σχόλια μελετητών για το συγκεκριμένο έργο.
*
O Σεμπάστιαν Φοκς γεννήθηκε το 1953 και σπούδασε στο Κολέγιο Ουέλιγκτον και στο Κέμπριτζ. Εργάστηκε επί δεκατέσσερα χρόνια ως δημοσιογράφος και σήμερα ασχολείται αποκλειστικά με το γράψιμο. Ήταν ο πρώτος λογοτεχνικός συντάκτης του The Independent και στη συνέχεια έγινε υποδιευθυντής της The Sunday Independent. Έχει εκδώσει τα βιβλία “The girl at the Lion d’ Or” και “Birdsong”, που μαζί με τη Σάρλοτ Γκρέι αποτελούν τη “γαλλική” τριλογία του, το “The Fatal Englishman” και τελευταία το “On Green Dolphin Street”. Έχει επίσης επιμεληθεί την έκδοση “The Vintage Book of War Stories”. Έμεινε για ένα διάστημα στη Γαλλία και τώρα ζει με την οικογένειά του στο Λονδίνο.
*
Ο Τόλης Αναγνωστόπουλος (στο Λόγω Γραφής, 2022) για το έργο του Φοκς γενικά γράφει:
«Καλά διαβασμένος και συμπαγής πάντα, καθώς επιλέγει ιστορικά εποχές που έχει μελετήσει ενδελεχώς. Χωρίζει την πλοκή του συνήθως σε τρείς χρονικές περιόδους (στον Ήχο των πουλιών το κάνει σε επτά) μεταξύ Πρώτου και Δεύτερου Παγκοσμίου και αναπτύσσεται όμορφα και ωραία χωρίς να κάνει επικίνδυνα πισωγυρίσματα που πιθανόν να μπερδέψουν τον αναγνώστη […] Και η συνταγή σχεδόν πάντα η ίδια. Παράλληλες ιστορίες αταίριαστων εκ πρώτης όψεως ανθρώπων σε περίοδο πολέμου, Παρίσι και αγάπη. Μέσα σε ένα σκοτεινό και σκληρό σκηνικό πολέμου καταφέρνει ο συγγραφέας να τοποθετεί πρωταγωνιστές με «θέματα», «συμπλέγματα» και ιδιαίτερα στοιχεία».
Ειδικότερα για τον Ήχο των Πουλιών παρατηρεί:
«Στις σκηνές πολέμου είναι πολύ δυνατός και περιγραφικός -μοναδικός στην περιγραφή των σηράγγων στον «Ήχο των πουλιών» σε μια ατμόσφαιρα που αν πάσχεις από κλειστοφοβία θα ζοριστείς πολύ- σε αντίθεση με τα ρομάντζα του που μοιάζει χλιαρός. Γράφει με χειρουργική ακρίβεια και αυτό να ξέρετε δεν είναι πάντα θελκτικό για τον αναγνώστη. Είναι σαν τους κορυφαίους χειρουργούς που ενώ έχουν εξαιρετική επιτυχία και αποτελέσματα δεν προσεγγίζονται εύκολα ως άνθρωποι, δεν εμπνέουν ζεστασιά […] γνωρίζω πως δεν θα απογοητευτώ ποτέ από την εξαιρετικά προσεγμένη του αφήγηση, την ιστορική του επάρκεια και την ατμόσφαιρα που δημιουργεί μεταφέροντας τον αναγνώστη μπρος-πίσω στο χρόνο λες και είναι αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας των ιστοριών του».
*
Διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο του βιβλίου:
Ο ήχος των πουλιών είναι μια ιστορία έρωτα, θανάτου και επιβίωσης. Ο Στίβεν Ρέισφορντ, ένας νεαρός Άγγλος, φτάνει το 1910 σε μια πόλη της βόρειας Γαλλίας με σκοπό να αποκτήσει περισσότερες γνώσεις για την υφασματοβιομηχανία. Εκεί μένει στο σπίτι του εργοστασιάρχη Αζέρ και ερωτεύεται παράφορα τη γυναίκα του, Ιζαμπέλ.
Ενώ ο κόσμος βρίσκεται στα πρόθυρα του πολέμου, η σχέση τους κλονίζεται και ο Στίβεν κατατάσσεται εθελοντικά για να πολεμήσει στο Δυτικό Μέτωπο.
Με την αγάπη του για την Ιζαμπέλ χαραγμένη για πάντα στην καρδιά του, βιώνει την πρωτόγνωρη φρίκη του πολέμου από την οποία ούτε εκείνος ούτε οι αναγνώστες θα καταφέρουν να παραμείνουν αλώβητοι».
«Από τα ωραιότερα μυθιστορήματα των τελευταίων σαράντα ετών» (Mail on Sunday)
«Ο Faulks είναι αναμφίβολα δεξιοτέχνης» (Financial Times)
«Η λογοτεχνία στα καλύτερά της» (Time Out)
*
Πολύ ενδιαφέρον παρουσιάζει η εμπεριστατωμένη προσέγγιση της Λεύκης Σαραντινού το 2021 στην εφημερίδα Παρατηρητής της Θράκης με τίτλο «Ένα έργο σταθμός για τον μεγάλο πόλεμο».
Ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα του μυθιστορήματος:
«Αισθάνομαι τύψεις επειδή επιβίωσα. Ο θάνατος δεν έρχεται και αφήνομαι στη μοίρα μου, σε ένα αέναο παρόν. […] Κανένα παιδί, καμία μελλοντική γενιά δεν θα μάθει ποτέ πώς ήταν εδώ πέρα. Δεν θα καταλάβουν ποτέ», οδηγούν τη Λεύκη στα σχόλια της:
«Αυτές οι σκέψεις για τον Mεγάλο Πόλεμο ενός εκ των πρωταγωνιστών του βιβλίου, του Στίβεν, ενός Άγγλου που πολέμησε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, απηχούν συγχρόνως και τα συναισθήματα αλλά και τις προθέσεις του συγγραφέα, του Σεμπάστιαν Φοκς, τα οποία φαίνεται ότι εκείνος είχε κατά νου κατά τη διάρκεια της συγγραφής του επικού πονήματός του «Ο ήχος των πουλιών». Πρόκειται για ένα έργο χωρίς ανάλογο αντίστοιχο στην παγκόσμια λογοτεχνία για τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, με την εξαίρεση του γνωστού, κλασικού πλέον, αριστουργήματος του Ρεμάρκ «Ουδέν νεώτερον από το δυτικόν μέτωπον».
[…] Ο τίτλος «Ο ήχος των πουλιών» προτάσσει σε μία ευθεία αντιθετική σχέση όλο το μεγαλείο και την ομορφιά της φύσης με τη φρίκη και την ασχήμια του πολέμου. Ο ήχος των πουλιών που ακούγεται κατά την παύση του πυρός στα χαρακώματα αντιπροσωπεύει την απλότητα και την αρμονία της φύσης απέναντι στον παραλογισμό του πολέμου. Δείχνει, επίσης, την αδιαφορία του φυσικού κόσμου για τις σφαγές και τις καταστροφές στις οποίες επιδίδονται οι άνθρωποι. […] Ο Σ. Φ. επικεντρώνεται τόσο στην περιγραφή των απάνθρωπων συνθηκών των χαρακωμάτων και των νοσοκομείων όσο και στον παραλογισμό του όλου εγχειρήματος τού τόσο παρατεταμένου και αναποτελεσματικού πολέμου, αλλά και του μετατραυματικού στρες και του τεράστιου ψυχολογικού φόρτου που επωμίστηκαν όσοι πολέμησαν στα χαρακώματα και είχαν την «τύχη» –ή την ατυχία– να επιζήσουν».
Να σημειώσουμε ότι ο Φοκς κινείται σε τρία χρονολογικά επίπεδα: 1910, 1916-18, 1978, ενώ οι ήρωες και ηρωίδες του είναι Άγγλοι, Γάλλοι, Γερμανοί. Η Λεύκη Σαραντινού γράφει:
«Πρέπει να σημειωθεί ότι με μία μικρή εξαίρεση στο τέλος του βιβλίου, όλες οι περιγραφές αφορούν τη σκοπιά των Άγγλων στον πόλεμο και σε πολύ μικρότερο βαθμό εκείνη των Γάλλων ή των αντιπάλων τους Γερμανών. […] Παρά τις φρικιαστικές και γλαφυρώς ρεαλιστικές περιγραφές του πολέμου, το βιβλίο τελειώνει αισιόδοξα στέλνοντας ένα ισχυρό αντιπολεμικό μήνυμα. Η απόγνωση που νιώθουν συχνά οι κεντρικοί χαρακτήρες για μία σύγκρουση που δεν τελειώνει έρχεται σε έντονη αντίθεση με τη θέλησή τους για ζωή»
Ιδιαίτερα τονίζεται ο ψυχολογικός παράγοντας:
«Ο Σ. Φ. θέλει να προβάλλει, πάνω απ’ όλα, μία παραμελημένη πτυχή του πολέμου, εκείνη του φάσματος της τρέλας, της επώδυνης και επίμονης μνήμης, αλλά και των τεράστιων ψυχολογικών προβλημάτων με τα οποία ήρθαν αντιμέτωποι οι επιζώντες των χαρακωμάτων. Αυτό αναδεικνύεται περαιτέρω με την αντίθεση μεταξύ της «φυσιολογικής» ζωής πριν και μετά από τον πόλεμο, με όλη την «ανωμαλία» που περιλάμβανε η ζωή κάτω από τη γη, στα χαρακώματα, σαν τους αρουραίους. Πιο βαθιά ανθρώπινη από ποτέ και με μια αλήθεια που σοκάρει, συγκλονίζει τον αναγνώστη η έκκληση στον Θεό που ο συγγραφέας βάζει στον στόμα των ηρώων του και η οποία απηχεί τις πραγματικές σκέψεις ενός άντρα που πολεμάει μέρα και νύχτα και θέλει πάση θυσία να επιστρέψει στο σπίτι του ζωντανός: «Ας πεθάνουν εκείνοι, προσευχήθηκε, με κάποια ντροπή. Ας πεθάνουν εκείνοι, αλλά σε παρακαλώ, Θεέ μου, ας ζήσω εγώ».
*
Σε πολλά σημεία του συναρπαστικού κειμένου ο Σεμπάστιαν αντιπαραθέτει τη ζωή με τον θάνατο, για τούτο τον λόγο στον τίτλο του άρθρου μου επέλεξα τη φράση του «Η διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου δεν ήταν ποιοτική, μονάχα χρονική».
Ο πόλεμος είναι έξω από την ουσία του ανθρώπου:
«Νομίζεις ότι η ζωή μου δημιουργήθηκε για κάτι τέτοιο;»
Διαβάζοντας εντατικά το βιβλίο, σκεφτόμουν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και την επίσκεψή μου στο Άουσβιτς και Μπίρκεναου, πριν από μερικά χρόνια. Μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση η απουσία πουλιών στον βασανισμένο αυτό χώρο.
Διαβάζοντας τον Ήχο των Πουλιών, αναζητούσα απάντηση για τον τίτλο – κάτι ανάλογο με τις εντυπώσεις μου από τα κολαστήρια του δεύτερου πολέμου. Σε πολλά σημεία ακούμε τον ήχο των πουλιών, στη διαλεκτική πάντοτε ζωής και θανάτου.
«Τα τραγούδια έσβησαν στα χείλη τους και τα πουλιά ανέκτησαν την κυριαρχία του ήχου στην ατμόσφαιρα».
[Η φωτογραφία είναι από το Lincolnshire, του Πολ – τον διπλοευχαριστώ]
Του Θανάση Μουσόπουλου
ΑΒΡΑΜΥΛΙΑ, ΙΟΥΛΙΟΣ 2023